«Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, η μάθηση στην ιστορία, όπως και συνολικά η μάθηση, δεξιώνεται το ενδιαφέρον γνωστικών ψυχολόγων και συνιστά θέμα προς διερεύνηση».
Σύμφωνα με τον Bruner το άτομο μαθαίνει επιλέγοντας και μετασχηματίζοντας τα νεοεισερχόμενα πληροφοριακά στοιχεία, διαμορφώνοντας υποθέσεις, τις οποίες είναι δυνατόν να μεταβάλλει αργότερα οδηγούμενο από την εμφάνιση ασυνεπειών και αντιφατικών ενδείξεων. Απώτερος στόχος της διδασκαλίας ενός γνωστικού αντικειμένου είναι η γενική κατανόηση της δομής του. Η θεωρία του Bruner συνδυάστηκε αρμονικά με αυτή του Bloom και των συνεργατών του για τους διδακτικούς στόχους(Ρεπούση, 2004:239-242). Οι στόχοι του Bloom ταξινομήθηκαν σε τρεις τομείς που καλύπτουν την ανθρώπινη δραστηριότητα: το γνωσιολογικό (νοητικές λειουργίες), το συναισθηματικό και τον ψυχοκινητικό. Ο Bloom ασχολήθηκε κυρίως με το γνωσιολογικό τομέα. Διαπίστωσε ότι κατά τη μελέτη ενός θέματος ή προβλήματος ενεργοποιούνται κατά ιεραρχική σειρά οι πιο κάτω έξι νοητικές λειτουργίες: γνώση, κατανόηση, εφαρμογή, ανάλυση, σύνθεση, αξιολόγηση (Σκούρος, 1991:15-16).